barista

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Barista, barrister

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
barista < (άμεσο δάνειο) ιταλική barista < ιταλική bar (από αγγλική bar) + -ista

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bəˈɹiːstə/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

barista (en)

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • δεν πρέπει να συγχέεται με τον barman και τη barwoman