barman
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
barman | barmen |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη bartender
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]barman (fr)
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]barman (pl) αρσενικό