Μετάβαση στο περιεχόμενο

bartender

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
bartender bartenders

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bartender < bar + tender

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bartender (en) αρσενικό ή θηλυκό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]