Μετάβαση στο περιεχόμενο

belga

Από Βικιλεξικό
ενικός πληθυντικός
belga belgas

Επίθετο

[επεξεργασία]

belga (es) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

belga (es) αρσενικό ή θηλυκό



ενικός πληθυντικός
belga belgi

Επίθετο

[επεξεργασία]

belga (it) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

belga (it) αρσενικό ή θηλυκό



ενικός πληθυντικός
belga belgas

Επίθετο

[επεξεργασία]

belga (pt) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

belga (pt) αρσενικό ή θηλυκό