blush
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
blush | blushes |
blush (en)
- (κοσμετολογία) το ρουζ
Ρήμα[επεξεργασία]
blush (en)