bring round
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | bring round |
γ΄ ενικό ενεστώτα | brings round |
αόριστος | brought round |
παθητική μετοχή | brought round |
ενεργητική μετοχή | bringing round |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
bring round (en) (βρετανικά αγγλικά)