carbon footprint
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
carbon footprint | carbon footprints |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- carbon footprint < → δείτε τις λέξεις carbon και footprint. (ο πολυλεκτικός όρος μαρτυρείται από το 1999[1] ή το 2001[2])
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˌkɑː.bən ˈfʊt.prɪnt/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˌkɑːr.bən ˈfʊt.prɪnt/ (ΗΠΑ)
- ⓘ
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
carbon footprint (en)
- το αποτύπωμα άνθρακα
- ※ 2020 Matt Haig (Ματ Χέιγκ), The Midnight Library [Μεσάνυχτα στη Βιβλιοθήκη] (2020), The Chessboard. [μυθιστόρημα] σελ.62. ISBN 978-1-78689-270-6
- […] I'm not useful to anyone. I was bad at work. I have disappointed everyone. I am a waste of carbon footprint, to be honest.
- Δεν είμαι χρήσιμη σε κανέναν. Ήμουνα χάλια στη δουλειά. Έχω απογοητεύσει τους πάντες. Είμαι μια σπατάλη αποτυπώματος άνθρακα, για να είμαι ειλικρινής.
- Απόδοση: το Βικιλεξικό
- […] I'm not useful to anyone. I was bad at work. I have disappointed everyone. I am a waste of carbon footprint, to be honest.
- ※ 2020 Matt Haig (Ματ Χέιγκ), The Midnight Library [Μεσάνυχτα στη Βιβλιοθήκη] (2020), The Chessboard. [μυθιστόρημα] σελ.62. ISBN 978-1-78689-270-6
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη carbon
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ carbon footprint - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
- ↑ carbon - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
Πηγές[επεξεργασία]
- carbon footprint - Cambridge Dictionary online
- Longman Dictionary of Contemporary English [Λεξικό Longman της σύγχρονης αγγλικής], Έσσεξ: Pearson Education, 6η έκδοση, 2014 (1η έκδοση 1978). ISBN 978-1-4479-5420-0.
- carbon footprint - Oxford Learner's Dictionaries