carrelage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
carrelage | carrelages |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]carrelage (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
carrelage | carrelages |
carrelage (fr) αρσενικό