chêne-liège
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chêne-liège | chênes-liège |
chêne-liège (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chêne-liège | chênes-liège |
chêne-liège (fr) αρσενικό