championship
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
championship | championships |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈtʃæmpi.ənʃɪp/ (βρετανικό)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
championship (en) (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο)
- (αθλητισμός) το πρωτάθλημα
- ↪ The badminton champioship will take place at the end of May.
- Το πρωτάθλημα αντιπτέρισης θα πραγματοποιηθεί στα τέλη Μαϊου.
- ↪ The badminton champioship will take place at the end of May.
- η ιδιότητα του πρωταθλητή