Μετάβαση στο περιεχόμενο

chessboard

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
chessboard chessboards

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
chessboard < chess + board

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

chessboard (en)