chou
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- chou < λατινικά caulis.
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chou | choux |
chou (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
chou | choux |
chou (fr) αρσενικό