chtouille
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- chtouille < τροποποίηση του jetouille < jeter
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
chtouille | chtouilles |
chtouille (fr) θηλυκό