complementary angle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
complementary angle | complementary angles |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- complementary angle < → δείτε τις λέξεις complementary και angle
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]complementary angle (en)
- (γεωμετρία) η συμπληρωματική γωνία, που μαζί με μία άλλη σχηματίζει μία ορθή