congru
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | congru | congrus |
θηλυκό | congrue | congrues |
Επίθετο[επεξεργασία]
congru (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | congru | congrus |
θηλυκό | congrue | congrues |
congru (fr)