défenseur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | défenseur | défenseurs |
θηλυκό | défenseuse | défenseuses |
défenseur (fr) αρσενικό
- ο υπέρμαχος
- ο αμυνόμενος
- ο υποστηρικτής
- o υπερασπιστής