dégradation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /de.gʁa.da.sjɔ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
dégradation | dégradations |
dégradation (fr) θηλυκό
- η υποβάθμιση
- (για τον καιρό) η επιδείνωση