déodorant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Επίθετο

[επεξεργασία]
γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό déodorant déodorants
θηλυκό déodorante déodorantes

déodorant (fr)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
déodorant déodorants

déodorant (fr) αρσενικό