daguerréotype

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

daguerréotype < Daguerre + -type

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /;;;/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
daguerréotype daguerréotypes

daguerréotype (fr) αρσενικό

  1. η δαγκεροτυπία
  2. η αντίστοιχη συσκευή
  3. η ίδια η εικόνα