detached house
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
detached house | detached houses |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
detached house (en)
- η μονοκατοικία
- ↪ They turned many detached houses into luxury restaurants.
- Πολλές μονοκατοικίες τις έκαναν πολυτελή εστιατόρια.
- ≈ συνώνυμα: single-family home
- ↪ They turned many detached houses into luxury restaurants.