deziro
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deziro | deziroj |
αιτιατική | deziron | dezirojn |
deziro (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | deziro | deziroj |
αιτιατική | deziron | dezirojn |
deziro (eo)