doze
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
doze (en)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
doze (en)
- κοιμάμαι ελαφρά, παίρνω έναν υπνάκο, λαγοκοιμάμαι
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
doze (pt)