eŭropano
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | eŭropano | eŭropanoj |
αιτιατική | eŭropanon | eŭropanojn |
eŭropano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | eŭropano | eŭropanoj |
αιτιατική | eŭropanon | eŭropanojn |
eŭropano (eo)