eatery
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
/ˈiːtərɪ/
Ετυμολογία en[επεξεργασία]
Κλίση[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
eatery | eaterys |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
eatery (en)
- φαγετερί, φαγάδικο, μαντζαρία, εστιατόριο, οποιαδήποτε επιχείρηση προσφέρει φαγητό