enigmo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | enigmo | enigmoj |
αιτιατική | enigmon | enigmojn |
enigmo (eo)
- το αίνιγμα
Ίντο (io)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
enigmo (io)
- το αίνιγμα