enthral

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας enthral
γ΄ ενικό ενεστώτα enthrals
αόριστος enthralled
παθητική μετοχή enthralled
ενεργητική μετοχή enthralling

enthral (en)