etana

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: etänä

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
etana < πρωτο-φιννική *etana, άγνωστης προέλευσης· ενδεχομένως σχετίζεται με την πρωτογερμανική *etaną (τρώω) ή/και την *etunaz (λαίμαργος) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈetɑnɑ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

etana (fi)

Παράγωγα

[επεξεργασία]