extermination

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

extermination (en)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
extermination < λείπει η ετυμολογία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɛks.tɛʁ.mi.na.sjɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
extermination exterminations

extermination (fr) θηλυκό