extermination
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]extermination (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- extermination < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
extermination | exterminations |
extermination (fr) θηλυκό
- η εξολόθρευση, η εξόντωση