facile
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
facile | faciles |
facile (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
facile (eo)
Ιταλικά (it) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
facile | facili |
facile (it) αρσενικό ή θηλυκό
Λατινικά (la) [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
facile (la)