figurer
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]figurer (fr)
- απεικονίζω, παρουσιάζω
- il faut faire figurer cette dépense - πρέπει να παρουσιάζεται αυτή η δαπάνη
- στέκομαι, βρίσκομαι, φιγουράρω
- parmi les invités figurent des gens du spectacle - μεταξύ των καλεσμένων βρίσκονται άνθρωποι των θεαμάτων