firecracker
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
firecracker (en)
ενικός | πληθυντικός |
firecracker | firecrackers |
- βαρελότο, θορυβώδες πυροτέχνημα, στρακαστρούκα, κροτίδα
firecracker (en)
ενικός | πληθυντικός |
firecracker | firecrackers |