fondu
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fondu | fondus |
θηλυκό | fondue | fondues |
fondu (fr)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
fondu (eo)
- προστακτική του ρήματος fondi