fondu
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fondu | fondus |
θηλυκό | fondue | fondues |
fondu (fr)
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]fondu (eo)
- προστακτική του ρήματος fondi