gamut
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gamut (en)
Πολυλεκτικοί όροι
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
gamut στην αγγλική Βικιπαίδεια