gestation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gestation (en)
- η κυοφορία, η κύηση (η περίοδος από τη σύλληψη μέχρι τη γέννα, ή η εξέλιξη του εμβρύου κατά την περίοδο αυτή)
- (μεταφορικά) η κυοφορία (ιδέας, σχεδίου κλπ.)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
gestation | gestations |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]gestation (fr) θηλυκό
- η κυοφορία