hardcover
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
hardcover | hardcovers |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hardcover (en)
- το βιβλίο με σκληρό εξώφυλλο
ενικός | πληθυντικός |
hardcover | hardcovers |
hardcover (en)