hardcover

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
hardcover hardcovers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
hardcover < hard + cover

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hardcover (en)