hart

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hart harts

hart (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hart (nl) ουδέτερο