in addition to
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
in addition to (en)
- επιπρόσθετα, επιπλέον, εκτός από το…και
- ↪ He gets a lot of tips in addition to his salary.
- Κερδίζει πολλά από τα φιλοδωρήματα επιπλέον του μισθού του.
- ↪ In addition to his visit to Belgium and Italy, the prime minister will also visit France in between.
- Εκτός από την επίσκεψή του στο Βέλγιο και την Ιταλία, ο πρωθυπουργός θα επισκεφθεί ενδιάμεσα και τη Γαλλία.
- ↪ Airplanes use the air, in addition to the brakes of the wheels, to brake.
- Τα αεροπλάνα εκτός από τα φρένα των τροχών χρησιμοποιούν και τον αέρα για να φρενάρουν.
- ≈ συνώνυμα: in addition, → και δείτε τη λέξη additionally
- ↪ He gets a lot of tips in addition to his salary.
Πηγές[επεξεργασία]
- addition (idioms): in addition (to somebody/something) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 326. ISBN 9780194325684., λήμμα: επιπλέον