Μετάβαση στο περιεχόμενο

include

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας include
γ΄ ενικό ενεστώτα includes
αόριστος included
παθητική μετοχή included
ενεργητική μετοχή including

include (en)

  • περιλαμβάνω, συμπεριλαμβάνω, περιέχω
      Will Milan also be included in the tour?
    Θα περιληφθεί και το Μιλάνο στο τουρ;
      This atlas includes 30 maps.
    Αυτός ο άτλαντας περιλαμβάνει 30 χάρτες.
      -“Are postal costs also included in the price?” -“Yes, everything is!”
    Συμπεριλαμβάνονται και τα ταχυδρομικά στην τιμή;» -«Ναι, όλα!»
      The subprime crisis in the US affected the entire world, including Europe.
    Η κρίση των ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ επηρέασε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
      The bill includes several clauses on tax evasion.
    Το νομοσχέδιο περιέχει πολλές διατάξεις για τη φοροδιαφυγή.
     συνώνυμα: contain

Αντώνυμα

[επεξεργασία]



include (ro)

Συγγενικά

[επεξεργασία]