indescriptible
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- indescriptible < in- + λατινική describere
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
indescriptible | indescriptibles |
indescriptible (fr) αρσενικό ή θηλυκό