invincible
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- invincible < μέση γαλλική invincible
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɪnˈvɪns.ɪbl̩/ (ΗΒ)
Επίθετο
[επεξεργασία]invincible (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- invincible < λατινική invincibilis
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɛ̃.vɛ̃.sibl/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
invincible | invincibles |
invincible (fr) αρσενικό ή θηλυκό