janvier
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| ενικός | πληθυντικός |
| janvier | janviers |
janvier (fr) αρσενικό
- ο μήνας Ιανουάριος, ο Γενάρης
- on partira en janvier - θα φύγουμε τον Ιανουάριο
- le deux janvier - στις 2 Ιανουαρίου