jot down

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας jot down
γ΄ ενικό ενεστώτα jots down
αόριστος jotted down
παθητική μετοχή jotted down
ενεργητική μετοχή jotting down

Ετυμολογία [επεξεργασία]

jot down < → δείτε τις λέξεις jot και down

Ρήμα[επεξεργασία]

jot down (en)

  • ρίχνω, γράφω κάτι γρήγορα
    I have been jotting some thoughts down on the paper.
    Ρίχνω μερικές σκέψεις στο χαρτί.

Πηγές[επεξεργασία]