jug
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jug (en)
- η κανάτα, η υδρία ή άλλο δοχείο με κυκλική διατομή και λαβή
- (αργκό) η φυλακή
- (αργκό) τα γυναικεία στήθη
- (Νέα Ζηλανδία) η κατσαρόλα
Βοσνιακά (bs)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jug (bs)