kavaliro
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ka.vaˈli.ɾo/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]| πτώση | ενικός | πληθυντικός |
|---|---|---|
| ονομαστική | kavaliro | kavaliroj |
| αιτιατική | kavaliron | kavalirojn |
kavaliro (eo)
- ο ιππότης