kernel
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]/ˈk3ːnl/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]kernel (en)
- ο πυρήνας, το κέντρο ενός πράγματος ή συστήματος
- το φαγώσιμο τμήμα ενός σκληρού καρπού
- ο σπόρος ενός δημητριακού
- το κουκούτσι που περιέχει το σπόρο ορισμένων καρπών όπως το ροδάκινο
- (πληροφορική) ο πυρήνας ενός λειτουργικού συστήματος,
- (πληροφορική) το βασικό τμήμα ενός πολύπλοκου λογισμικού
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
kernel στην αγγλική Βικιπαίδεια