latin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
latin (en)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
latin (en)
- λατινικά (η λατινική γλώσσα)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | latin | latins |
θηλυκό | latine | latines |
latin (fr)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
latin (fr) αρσενικό