least

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Αντωνυμία[επεξεργασία]

least (en)

  • (συνήθως the least) το λιγότερο, το ελάχιστο, το μικρότερο
    The least you should pay is two-hundred thousand.
    Το λιγότερο/Το ελάχιστο που θα πρέπει να πληρώσεις είναι διακόσιες χιλιάδες.
    The least that you can do is apologize.
    Το λιγότερο που μπορείς να κάνεις είναι να ζητήσεις συγνώμη.
    The least you can do is to show a little understanding.
    Το ελάχιστο που μπορείς να κάνεις είναι να δείξεις λίγη κατανόηση.
    That is the least of my worries.
    Αυτή είναι η μικρότερη σκοτούρα μου.

Επίρρημα[επεξεργασία]

least (en)

  • υπερθετικός βαθμός του little το λιγότερο, ελάχιστα
    This is the least useful book of the four.
    Αυτό είναι το λιγότερο χρήσιμο βιβλίο από τα τέσσερα.
    I know her the least.
    Την ξέρω ελάχιστα.
    Don’t tell anyone, least of all Peter.
    Μην το πεις σε κανένα, και πολύ περισσότερο στον Πέτρο.

Προσδιοριστής[επεξεργασία]

least (en)

  • (συνήθως the least) το λιγότερο
    He spends the least money on clothes.
    Ξοδεύει τα λιγότερα χρήματα για ρούχα.

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]