light bulb
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
light bulb | light bulbs |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]light bulb (en)
ενικός | πληθυντικός |
light bulb | light bulbs |
light bulb (en)