littérature
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- littérature < λατινική litteratura
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /li.te.ʁa.tyʁ/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
littérature | littératures |
littérature (fr) θηλυκό