lumière
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
lumière | lumières |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]lumière (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
lumière | lumières |
lumière (fr) θηλυκό